Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2016

Κόκκινη κορδέλα

Κάτι της φάνηκε περίεργο, περπατούσε στο πεζοδρόμιο μίας μεγάλης λεωφόρου, δεν είχε τη δυνατότητα ούτε καν ν’αναπνεύσει, αν και η ιδέα  σφηνώθηκε επίμονα στο μυαλό της, πρέπει να σκύψει, πρέπει να κοιτάξει!
Αρχικά αντιστάθηκε, είχε αργήσει τραγικά στο ραντεβού της, το μόνο που δεν την ένοιαζε, ήταν να δώσει σημασία σε μία απροσδιόριστη φωνή που έφτανε ανεπαίσθητα στ’ αυτιά της.
Περπατούσε όλο και πιο γρήγορα, σχεδόν δεν ξεχώριζε κτίρια από ανθρώπους, διάολε δεν είχε χρόνο...
Ώσπου, ξαφνικά, η ανεπαίσθητη φωνούλα άρχισε να σκεπάζει τα πάντα γύρω της, δεν άκουγε τίποτε άλλο, είχε σταματήσει σύξυλη, δεν μπορούσε να αντιληφθεί τίποτε περισσότερο, παρά μόνον αυτήν: 
«Κοίταξε λίγο προς τα κάτω»
Οι περαστικοί άρχισαν να διαμαρτύρονται έντονα, αποφάσισε, περισσότερο για να προλάβει το ραντεβού της, να υπακούσει:  Στο ξεχαρβαλωμένο πλακόστρωτο του πεζοδρομίου τότε, για μία και μόνον στιγμή, ξεχώρισε, θολά στην αρχή, πιο ξεκάθαρα στη συνέχεια, την ίδια, πέντε χρόνων πάνω-κάτω, ξάγρυπνη κάτω από ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο της σειράς, τα δώρα δεν ήταν πολλά, ήταν όμως όλα τυλιγμένα με κόκκινες κορδέλες, αργότερα εκείνη κρατώντας στην αγκαλιά της ένα μωρό, ανοιγόκλεινε τα ματάκια του στα φώτα του ίδιου δέντρου, αυτήν πριν κάποιες μέρες να στριμώχνει το δέντρο σε μία γωνιά της αποθήκης, εκείνη, τώρα, ακίνητη  στη μέση του ξεχαρβαλωμένου πλακόστρωτου να εμποδίζει, ν’ ακούει όλο και δυνατότερα τις βρισιές, κάποιοι είχαν αρχίσει να σπρώχνουν, δεν την ένοιαζε... 
Κανένας από δαύτους δεν κρατούσε πακέτο με κόκκινη κορδέλα...




Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

The losers' low profile


Αδυναμία διάκρισης, έστω και μερικής...
Γενικά είσαι ορθολογίστρια, μέτρα και σταθμά δεν σου ξεφεύγει τίποτα, πώς διάολε σήμερα την πάτησες? 
Πώς αφέθηκες εκεί που έπρεπε να κρατήσεις και να κρατηθείς? Πώς, πώς, πώς...
Οι απαντήσεις βρίσκονται στο «θυμικό», εκεί που το συναίσθημα σε κάνει τυφλή, εκεί που ξεχνάς  λάθος ο αποστολέας, λάθος ο παραλήπτης, αφήνεσαι στους losers, έχουν καταφέρει αυτοί χρησιμοποιώντας τεχνηέντως ένα low profile, να σε κάνουν να πιστέψεις πως είναι πάντα «εδώ»...
Μόνο που το «εδώ» δεν υπάρχει...
Ποτέ δεν υπήρχε για να είμαστε ειλικρινείς... 
Κάποιος πήρε λιγότερα, κάποιος περισσότερα... 
Τα λιγότερα βαραίνουν πιο πολύ, ξύπνα επιτέλους, ο χαμένος τα παίρνει όλα, είσαι χαμένη «υπό αίρεση»...
Ξύπνα...



Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2016

Christmas time is here

Παλιά είχες μιαν απόλυτη χαρά, τις ερωτευόσουν αυτές τις «εορταστικές ημέρες» τώρα πια όχι, περιμένεις, μάλλον είσαι εκτός προθεσμίας...
Βάζεις τα δάχτυλά σου στα σωστά πλήκτρα του υπολογιστή, τόσο, όσο για να μην φανερώσεις την αδυναμία σου, η αλήθεια είναι πως δεν έχεις παραδοθεί ακόμα όσο κι ας μην το παραδέχεσαι...
Η ελπίδα παθαίνει τελευταία λένε οι σοφοί...
Για ποια ελπίδα μιλάνε δεν έχεις καταλάβει ακόμα...
Εσύ είσαι face to face  με τον θάνατο...
Όλα σου φαίνονται προσωρινά, είναι προσωρινά κι αν σου χαλάω τη βιτρίνα λυπάμαι...
Η γειτόνισσα φέρνει κουραμπιέδες και μελομακάρονα «για το καλό των Χριστουγέννων» λέει...
Χιλιάδες φωτάκια στην άσχημη πόλη σου, προσπαθούν να σε κάνουν να πιστέψεις πως όλα είναι αλλιώς...
Τη νύχτα που ανάβουν, ίσως, καντηλάκια για τους πεθαμένους, τη μέρα, τα γκρίζα καλώδια στραβοβαλμένα, κρέμονται άχαρα πάνω σε ξεραμένα κλαδιά δέντρων, στα σκουριασμένα κάγκελα από τις πολυκατοικίες της σειράς, στους ξεχαρβαλωμένους Άγιους Βασίληδες που προσπαθούν ν’ ανέβουν, αλήθεια πού?
Στο ανύπαρκτο, «της γωνιάς μας κόκκινο αναμμένο τζάκι»...
Παλιά ερωτευόσουν αυτές τις «εορταστικές ημέρες» , τώρα πια όχι, ακόμα κι αν δεν έχεις παραδοθεί ακόμα...





Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

A really good story

Το ζήτημα είναι πως δεν μπορείς να γράψεις μια σωστή ιστορία, ούτε μικρή ούτε μεγάλη.
Γιατί ενώ ξέρεις τα βασικά αρχή-μέση-τέλος, το μυαλό σου πηδάει ανάποδα, οι ιστορίες δεν είναι για σένα, πάρ’το χαμπάρι  επιτέλους, οι εικόνες σου μικρές, τα ταξίδια σου κοντινά, φαντασία έχεις, ναι, αυτό δεν το αμφισβητεί κανείς, μόνο που δεν μπορεί να συμπυκνωθεί σε γραφή προς ανάγνωση, δεν βγάζει νόημα, είναι άστατη, απροσδιόριστη, χωρίς ειρμό...
Ειρμός...Να μια ωραία έννοια, θα μπορούσες να την ακολουθήσεις σε βάθος και τότε θα έβλεπες το κείμενό σου να κυλάει αβίαστα.
Όμως οι σκέψεις σου αρνούνται, νομίζουν πως είναι «συρμός» με βαγόνια δεμένα  με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια το ένα πίσω από το άλλο,  ακολουθούν την ίδια πορεία, αν τολμήσουν να ξεφύγουν εκτροχιάζουν τον «συρμό», εκ- τροχιάζουν, βγάζουν έξω από την ευθεία, υλικά και άυλα...
Για τα υλικά δεν νοιάζεσαι πολύ, μπορούν ν’ αντικατασταθούν, από τα άυλα δεν μπορείς να ξεφύγεις, αυτά που σε κυνηγούν, σε κατατρέχουν και βλέπεις?  Όταν απελευθερώνονται βγαίνουν συνέχεια μπροστά σου...
Αν δεν υπήρχαν θα έγραφες μία σωστή ιστορία...




Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2016

Ένας σκούφος κι ένας σκύλος

Φορούσε πάντα, χειμώνα  - καλοκαίρι, έναν απροσδιορίστου χρώματος και σχήματος σκούφο που κάλυπτε σχεδόν τα μάτια του....
Οδηγούσε ένα βαν, το έβαφε ανάλογα με τα κέφια του, με οποιουδήποτε είδους μπογιά, σε όλα τα δυνατά κι αδύνατα χρώματα, ούτε αστυνομικοί, ούτε κοινωνικοί λειτουργοί, ούτε οι κάτοικοι της περιοχής που επέλεγε να το παρκάρει μπορούσαν να τον ξεφορτωθούν, όταν έβγαινε, πάντα με τον σκούφο του, έσερνε από κοντά έναν κίτρινο σκύλο, τα ρούχα του ήταν ό,τι πιο αλλοπρόσαλλο μπορούσε να φανταστεί κανείς, «θεϊκή έμπνευση σήμερα», απαντούσε, σ’ όποιον επιχειρούσε να σχολιάσει, κι ας έδενε το παντελόνι του μ’ένα χοντρό καραβόσκοινο και  τον σκύλο με τη δική του ζώνη....

Είχε διασχίσει σχεδόν όλη τη βόρεια Αγγλία, με το βαν που άλλαζε χρώματα, τον σκύλο  και τον σκούφο.
Στους σταθμούς του, κανένας δεν έδινε σημασία, περνούσε πάντα απαρατήρητος.
Ώσπου έφτασε στο Σέφιλντ, το βαν είχε γίνει στο μεταξύ μοβ, χρειάστηκε να κάνει μία στάση για την ανάγκη του, έρημη ήταν η περιοχή, τα σπίτια σε μεγάλες αποστάσεις, χωρίζονταν από βαλτόνερα  ανακατεμένα με διάσπαρτες καλαμιές, τον έκρυβαν καλά, είχε κατεβάσει το παντελόνι, ο σκύλος στεκόταν υπομονετικά δίπλα του, μέχρι να προλάβει να τακτοποιήσει τα αχαμνά του, εμφανίστηκε από το πουθενά, ένας πιτσιρικάς, τον έκοβε ίσα με έντεκα, κόκκινα μαλλιά, φακίδες, έντονα μπλε μάτια, πίστεψε στην αρχή πως θα εστίαζε σ’ όσα δεν είχε προλάβει ακόμα να κρύψει, όμως η ερώτηση του ήρθε κατακέφαλα:
-Γιατί φοράς μάλλινο σκούφο, κατακαλόκαιρο, κάτι κρύβεις έτσι?
Ήταν η πρώτη φορά ύστερα από τόσα χρόνια που σκέφτηκε πως έπρεπε να δώσει απάντηση σ’ εκείνα τα τεράστια γαλάζια μάτια...


Δίστασε λίγο...

-Ξέρεις, ναι, κρύβω, όλα όσα δεν μπόρεσα να καταφέρω τόσα χρόνια, οδηγώντας ένα βαν που αλλάζει χρώματα με συντροφιά έναν κίτρινο σκύλο...

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2016

Shadows

Την είχαν συμβουλέψει να μη βαδίζει σε δύσκολους δρόμους με λάθος παπούτσια.
Προτίμησε να τα βγάλει, κάθε φορά πηδούσε κι ένα βήμα προσπαθώντας ν' αποφύγει τις γλιτσιασμένες άκρες, εκεί που χειμώνα- καλοκαίρι φύτρωναν αγκάθια. 
Ο χρόνος της χωρίς όρια, με κάποιο τρόπο τη βόλευε αυτό, αναμνήσεις από το πουθενά, φωτογραφίες χωρίς εικόνα, οι φωνές των πεθαμένων, όχι άγριες, τρυφερές, αυτοί ήξεραν πώς ν’ αγαπούν, προσπαθούσαν να την κάνουν ν’ακούσει, το πρώτο νανούρισμα, αυτή και καμία άλλη, δες κουνάει τα μικροσκοπικά της χέρια, τώρα ματώνουν όταν πάει να πιαστεί, ζητάει να πιει μπροστά από τη μπάρα, ένα Captain Morgan χωρίς πάγο, είναι ήδη αλλού, δύο, τρία -ο τυχερός της αριθμός- τα στεγνωμένα ρούχα στην ταράτσα δεν μαζεύτηκαν ποτέ, το χώμα στον τάφο κατακάθισε, γλιστράει, είναι πια αέρας και χώμα,σκόνη και σκιές...
Κοίτα πως παίζουν αυτές , θέλει να παίξει, θα μάθει...





Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Les nuits parisiennes

Μία νύχτα στο κρεββάτι σου, πώς βρέθηκα εκεί, ημιόροφος ήταν τριώροφο, Monmartre, avenue Junot, bonsoir madame, bonsoir monsieur, η θυρωρός με το γκρίζο-πλατινέ μαλλί, πίσω από ένα ξεχαρβαλωμένο γκισέ δεν ρωτούσε πολλά...Ζητούσε όμως, ναι,
αυτό το θυμάμαι, κάθε πρώτη του μήνα, μαζί με τα κοινόχρηστα ένα μπουκάλι Creme de cassis,
 της άρεσε να πίνει Κir Ρoyale, μόνη της, με παρέα δεν κατάλαβα ποτέ... 
Ζούσα γι αυτήν τη νύχτα στο κρεβάτι σου, τις περισσότερες φορές ξυπνούσα πριν από σένα, ντυνόμουν αθόρυβα κι εξαφανιζόμουν.
Σκεφτόμουν, αυτό δεν μπορεί να κρατήσει, έχει πιάσει το κουμπί σου και το πατάει καθ’ έξιν, η αξιοπρέπεια, ο εγωισμός, το εγώ σου που κοιμούνται?

Στο κρεβάτι σου, μία στις τόσες, εκεί που ξεγυμνώνεις την ψυχή μου, στο τριώροφο, Monmartre, avenue Junot, εκεί που εξοντώνεις τις αντιστάσεις μου, μία προς μία, διακόπτοντας τον φευγαλέο μου ύπνο: « Πρέπει να φύγεις, είναι ώρα...»

Είναι ώρα... Πάντα φεύγω πρώτη...





Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2016

Πίσω

Πίσω από καγκελωμένα μάτια, πίσω από σιδερωμένα μυαλά, πίσω από εκκρεμείς ιστορίες, πίσω από τις απόλυτες ευθείες, πίσω από τον μουχλιασμένο γκισέ του ξενοδοχείου ημιδιαμονής, πίσω από θολές νύχτες και κίτρινες μέρες, πίσω από τη σπασμένη τσουλήθρα, πίσω από το χέρι που σε έσπρωχνε γιατί φοβόσουν να γλιστρήσεις, πίσω από χορταριασμένους τάφους, πίσω από την άσφαλτο και την πίσα, πίσω από τους παλιούς δρόμους, πίσω από τους καπνούς της φωτιάς που σε πνίγουν, πίσω από ζόρικες ανάσες, πίσω από ξεχαρβαλωμένους τοίχους, πίσω από το ξεραμένο σπέρμα του τελευταίου εραστή, πίσω από το ξεραμένο αίμα, πίσω από τα κουφάρια που σε στοιχειώνουν, πίσω σου... 


                                  Russell Canham

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

Ashes

Πηχτό πράσινο, λασπωμένο καφέ, βουλιάζεις, κουφάρια που χάσκουν.
Πετάγεσαι, θέλεις και δεν μπορείς, μισοξυσμένα μολύβια για  τους πεθαμένους, κίτρινο χαρτί, καμμένη πόλη, η στολή της κοκκινοσκουφίτσας, ένας βρόγχος σε σχήμα καρδιάς, ξέρεις τι λένε για τους άντρες στην κρεμάλα, λίγο πριν ξεψυχήσουν εκσπερματώνουν κι εκεί που πέφτει το σπέρμα φυτρώνουν μανδραγόρες, μαύρο, γκρίζο, σπασμένα γυαλιά, περπατάς πάνω τους, παραπατάς, φρέσκο αίμα, παλιές μνήμες, χώμα και καρποί από ρόδια, σπασμένο πιάτο, μικρά κουτιά για τα κόκαλα που απέμειναν, λευκά σεντόνια, περιμένεις λίγο, τελευταία φτυαριά, στάχτη θέλω πριν την υπογραφή...
Σκορπισμένη...
Παντού...
Τέλος...

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016

Up close and personal

Είσαι μικρή, ελάχιστη, τα χέρια σου ψηλά, αφήνεις κι αφήνεσαι πίσω από μία sensual  μάσκα με κρόσσια, νομίζεις πως μπορείς να μεταμορφωθείς, ξέρεις τώρα όλοι γουστάρουν τις μεταμορφώσεις, όλοι κάνουν σενάρια, η μάσκα κρύβει και αποκαλύπτει...
Κι εσύ...
Γυναίκα, όμως παιδί, μεγάλο ελάττωμα αυτό, δεν φοράς μάσκες, είσαι αφελής, πιστεύεις στον έρωτα χωρίς «βοηθητικές», δίνεσαι χωρίς οδηγίες, είσαι εσύ, που ξενυχτάς πίσω από μια μπάρα αλλά κάποια στιγμή νυστάζεις, που δεν μπορείς να λες ως το πρωί σοφίες μπροστά από ένα ποτήρι κρασί με background μισοχαμένα χαμόγελα, είσαι,είμαι... 
Όμως δίνεσαι...



Με μία διαφορά...
Θέλεις να ξέρεις ποιόν θ’ αντικρίσεις στο ξύπνημα της επόμενης μέρας...
Είπαμε είσαι γυναίκα-παιδί...
Μέγιστο foul στο ερωτικό παιχνίδι...
Μόνο που εσύ δεν έμαθες να παίζεις...Μόνο που είσαι εσύ...

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2016

Blood v/s orange

Περιμένεις σιγανά ψιθυρίσματα και δυνατές φωνές...
Στα πρώτα αντιδράς καλύτερα, σε νανούριζαν απαλά, εσύ και μόνο εσύ, μετά όμως... 
Τεράστια μάτια, αμφίδρομη αντίληψη, μικρή – μεγάλη κοπέλα...
Θόρυβοι εκκωφαντικοί, το καντηλάκι του αγίου, θυμάσαι, νόμιζες πως οι σκιές του, σου μιλούσαν τη νύχτα, ξεραμένες φλούδες πορτοκαλιών για γλυκό του κουταλιού και αίμα... Οι πληγές χάσκουν, ό,τι έγινε δεν ξεγίνεται, άσος στο μανίκι, αν δεν παίζεις πλημμυρίζεις αίμα ζεστό, τέλος.

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

Μικρή ιστορία στις μικρές ιστορίες...



Βυθίζομαι , γυρίζω πάνω, γυαλίζω ξεχασμένα παπούτσια, η μοίρα μου γελάει, νερό, μουχλιασμένες εικόνες, φωνές που προσπαθούν...

Σχισμένες  νάυλον σακούλες, ξεχειλίζουν και γεμίζουν ξανά, μ’ αρέσουν όσα ξερνάνε, κάτι δεν χωράει κάπου, φρέσκα λουλούδια στο βάζο,γελάω,  η σκόνη κάθεται παντού, ξέρει αυτή, παρακαλώ να έχω την προσοχή σας, τώρα ακούς, σκυλιά, ξεσχίζουν πλαστικά μπουκάλια με ηδονή, όταν θ’ ανέβω , υπόσχομαι ... 

Δες, χορεύω βαλς, νερό, ηδονή, τέλος...


www.lifo.gr

Σάββατο 27 Αυγούστου 2016

Pensées interdites

Οθόνη, σταγόνες, ίχνη από φύκια, ίχνη, έρωτες, ίχνη, σκόνη, μαύρο, ξαφνικό αστέρι, θολό τοπίο, ακίνητη εικόνα, κινέζικα φανάρια, κίτρινος ήλιος, ξεραμένα λόγια, φωτιά, τσιγάρο, πετάγεσαι τη νύχτα, αφρός, αμόλυντες σκέψεις, κατακάθι καφέ, ίχνη, φωτιά, γκρίζο, κλαις, λευκός τάφος, φωνή, σκιά, σιωπή, θέλω, αμάραντοι για τους πεθαμένους, με τυφλώνει το φως, κλειδιά, κόκκινο, μολύβι, γερασμένο δέρμα, ψάχνεις, διάφανες φλέβες, μουδιάζεις, κίτρινο κύμα, φωνές, κόκκινο, γρήγορα, σφαγείο, κουφάρια, κόκκινο, χαρτί, ξεραμένο σπέρμα, φωτιά, οθόνη, σκιά, οργασμός, οθόνη, γραμμές, χαρτί, σκουριασμένη βελόνα, αίμα, τέλος...


via www.musiques-interdites.fr




Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

Πράγματα...

-Μα γιατί δεν μ’ ακούς?
-Σ’ ακούω...
-Όχι, σου μιλώ για πράγματα παλιά και καινούρια....
-Πράγματα... Είσαι χαζός, ποτέ δεν μου άρεσαν τα πράγματα, οι μιμήσεις «πράξεων μεγάλων και σπουδαίων»...
-Δεν μ’ ακούς...
-Σ’ ακούω...
- Σου μιλώ γι απλές ιστορίες,τα πράγματα φτιάχνουν ιστορίες, το ξέρεις...
-Ξέχασα τις ιστορίες σου...
-Το θέλησες...
-Έλειψες καιρό...Είχες υποσχεθεί...
-Είχα υποσχεθεί...
-Έλειψες καιρό...


via www.paraxeno.com

Δευτέρα 30 Μαΐου 2016

Devoted...

Για τις ώρες που το βλέμμα σου συναντά σπασμένες κορνίζες...

Για τις ώρες που σκελετωμένα χέρια σε τραβούν προς τα κάτω...

Για τις ώρες που σου δίνουν εντολή : "Φόρεσε τον καλό εαυτό σου 


και πάμε"...


Για τις ώρες που το μυαλό σου μπλέκει σε χιλιάδες διαδρομές...


Για τις ώρες που θα ήθελες να ήσουν ανύπαρκτος...


Για τις ώρες που η ανάσα σου βγαίνει με το ζόρι...


Για τις ώρες που συναντάς λευκά κελιά...

.
Για τις ώρες που δεν μπόρεσες να χαρίσεις σε κάποιον "ένα 

παράθυρο για να βλέπει τον κόσμο"...


Για τις ώρες που καταλαβαίνεις πως είσαι από "τρελή γενιά"...


Για τις ώρες του απόλυτου κενού...
.


Για τις ώρες του απόλυτου πόνου...

Για τις ώρες της απόλυτης μοναξιάς...

Για τις ώρες που γίνεσαι "μικρός"...


Για τις ώρες που το προσωπείο σου χάσκει ξεχαρβαλωμένο...


Για τις ώρες που θέλησες και δεν μπόρεσες...


Για τις ώρες που μετράς τα ρέστα σου...







Via zenbullets.com

Τετάρτη 13 Απριλίου 2016

Nouvelle cuisine



Πόσο πολύ ηδονίζεσαι από την έκθεση σου, αυτήν της αδιαπραγμάτευτα σαγηνευτικής εικόνας σου, στα social media
Αμέτρητα τα like και τα tweet, όμως εσύ δεν ικανοποιείσαι…
Κάτι , κάτι, χαλάει  τη συνταγή…

Έτσι, προσθέτεις  λίγο από κουλτούρα για τη νοστιμιά, Foucault, όχι σου πέφτει  βαρύς, Schopenhauer επίσης, άσε που αυτός  είναι πεσιμιστής και δεν ήμαστε τώρα για τέτοια, Althusser, μπα, εκπροσωπείς τα όσα μίσησε, Xámbermas επίσης, δεν αγγίζεις καν Marx, Lenin, Trotsky, για όνομα του θεού θα γεμίσει αράχνες η κουζίνά σου, μια πρέζα από  Chomsky, Gramsci, Debord, Lasswel, McLuhan, άντε και λίγο από Boorstin,  έδεσε η sauce?

Όχι, ακόμα, αφήσαμε έξω από τα βασικά υλικά, τη λογοτεχνία, πώς μας ξέφυγε, πού είναι ο Proust, o Stendhal, o Bruckner, ξεμείναμε από Fitzgerald, Heinrich Mann, ε, και λίγο από  Βurroughs και Kerouac, εκείνον τον White δεν είσαι πολύ σίγουρη, "He has forgotten Elena", σκέψου να ξεχάσει ανοιχτό το μάτι της κουζίνας πριν την ώρα του, άσε που  ο Kohout  απειλεί να σου στείλει «Έναν θηλυκό δήμιο»… 

Λείπουν, η μουσική, η φωτογραφία, το θέατρο, ο κινηματογράφος, η φιλοσοφία, αλλά βρίσκονταν ψηλά στο ράφι διάολε, θα μπορούσες  να έχεις ζητήσει βοήθεια από τον υπάλληλο, το ξέχασες και τί ατυχία, τώρα πια τα super market είναι κλειστά…

Ω! Το  φαγητό αργεί, όλοι αδημονούν, αναρωτιέσαι με αγωνία, μήπως η συνταγή δεν πέτυχε…

Μη μου αγχώνεσαι!!!!

Το πιθανότερο είναι, παρά την καθυστέρηση, να μην  έχει καταλάβει κανένας το παραμικρό…

Φρόντισες άλλωστε με μεγάλη επιμέλεια γι αυτό: Η «nouvelle cuisine» παρουσίαση του πιάτου, τα σερβίτσια, τα κρυστάλλινα ποτήρια, το κατάλληλο κρασί, όλα προσεκτικά επιλεγμένα, δηλώνουν διακριτικά, αλλά τόσο κομψά την παρουσία τους κάτω από το φως των κεριών, ικανοποιώντας και τον πιο απαιτητικό…



via behind-the-french-menu.blogspot.com


Ο μοναδικός κίνδυνος, να πέσεις σε πελάτη που θα του καρφωθεί το κομμάτι από το φιλέτο στο δόντι…

Εκεί, ή θα εξακολουθήσεις να ηδονίζεσαι με την εικόνα σου, ή πρέπει να ξεφορτωθείς τον καθρέφτη, ή, συγγνώμη που χαλάω το gourmet κλίμα, να σκύψεις πιο βαθιά στην κατσαρόλα…
Ίσως να σταθείς και στην ουρά του super…




Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

Comme il faut



«Ανοησίες», σκέφτηκε φωναχτά. 
Έχοντας ήδη γευτεί μιαν απόλυτη βραδιά σεξουαλικής απόλαυσης, με ποιόν δεν θυμόταν καν, το σπέρμα του είχε ήδη ξεραθεί ανάμεσα στους μηρούς της, την απολάμβανε αυτή την αίσθηση, λίγο πριν την εξαφανίσει κάτω από το καυτό νερό, «ανοησίες» επανέλαβε.


Η ζωή της ήταν απολύτως και σχολαστικά τακτοποιημένη.

Η εξωτερική της εμφάνιση, αρκούντως, ίσως και περισσότερο ελκυστική, της δημιουργούσε το απόλυτο αίσθημα υπεροχής, το εμπότιζε με μικρές σταγόνες μετριοφροσύνης κατά καιρούς, έτσι ώστε να μην προκαλεί, η αξιοπρεπής της εργασία, της εξασφάλιζε περισσότερα απ’ όσα χρειαζόταν, είχε έναν «επιτυχημένο γάμο», ξέρετε τώρα, αφοσιωμένος σύντροφος που δεν ζητά πολλά, comme il faut τέκνα, συγγενείς κοντινοί και μακρινοί που έπιναν νερό στο όνομά της, όλα απολύτως και σχολαστικά τακτοποιημένα.



Παρ’ όλα αυτά, ψαχνόταν κι έψαχνε…

Τις εφήμερες ηδονές…

Εκείνες που δεν άφηναν σημάδια, πέρα από την αίσθηση του ξεραμένου σπέρματος…  
Ανάμεσα στους μηρούς… 
«Ανοησίες» που χάνονταν κάτω από το καυτό νερό…